ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Καλημέρα σας κύριε Υπουργέ.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Καλημέρα σας ευχαριστώ για την πρόσκλησή σας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θέλω να ξεκινήσουμε από την ιστορική ημέρα, εχθές στο Sharm-El-Sheikh της Αιγύπτου, για τη συμφωνία που έχει ως στόχο τον τερματισμό του πολέμου και την επόμενη μέρα για τη Λωρίδα της Γάζας. Θα θέλαμε να μας περιγράψετε αυτά που είδατε, ακούσατε και συζητήθηκαν εχθές στο Sharm El-Sheikh.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Όπως σωστά είπατε, ήταν μια ιστορική στιγμή η οποία δίνει μία προοπτική και ένα όραμα στην περιοχή, η οποία είναι πολύπαθη. Συγκεντρώθηκαν ηγέτες από όλο τον κόσμο, με την πρωτοβουλία και πρόσκληση του Προέδρου της Αιγύπτου για τη συμφωνία, στη βάση του σχεδίου του Αμερικανού Προέδρου για την κατάπαυση του πυρός, για τις συνθήκες ασφαλείας και για την ανασυγκρότηση στη Γάζα. Νομίζω είναι μία στιγμή πολύ σημαντική και μόνο το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή έχουν απελευθερωθεί οι επί δύο χρόνια κρατούμενοι όμηροι, αποτελεί μία νίκη της λογικής, αποτελεί μία νίκη του δικαίου. Βεβαίως, εκείνο, το οποίο θα πρέπει να διασφαλιστεί, είναι ότι η ειρήνη θα παραμείνει ενεργή και θα περάσουμε στη δεύτερη φάση της ειρήνης. Διότι θυμίζω ότι η πρώτη φάση περιλαμβάνει την κατάπαυση του πυρός, την απελευθέρωση των ομήρων, την απελευθέρωση κρατουμένων. Η δεύτερη φάση περιλαμβάνει τη σταδιακή αποχώρηση στρατευμάτων, την εδραίωση της ειρήνης, την εγκατάσταση μιας νέας διοίκησης στην Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία δεν θα έχει στοιχεία ξένα και τρομοκρατικά, έτσι ώστε να οδηγηθούμε και σε αυτό το οποίο είναι το τελικό όραμα, το τελικό σχέδιο στην περιοχή, η ίδρυση ενός κράτους της Παλαιστίνης, το οποίο θα μπορεί να συμβιώνει βιώσιμα σε συνθήκες ασφάλειας με το κράτος του Ισραήλ.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στο πλαίσιο αυτό, θα θέλαμε πρώτα απ’ όλα να μας πείτε ποιος είναι ο ρόλος ή ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος, έμμεσος ή άμεσος, της Ελλάδος. Βλέπουμε, και το λέει και ευθέως, ακόμα και ο Πρόεδρος Trump το είπε, ότι η διαδικασία αυτή είναι μια διαδικασία επιβολής της ειρήνης μέσω της ισχύος. Πόσο μπορεί να επηρεάσει αυτή η λογική, θέματα που αφορούν και τα δικά μας εθνικά συμφέροντα ή ευρύτερα θέματα που έχουν να κάνουν με την επίλυση προβλημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να ξεκινήσω από την τελευταία σας παρατήρηση. Η πραγματικότητα είναι ότι η ειρήνη αυτή ουσιαστικά αποτελεί το επιστέγασμα μιας σειράς διαπραγματεύσεων, μιας σειράς διαβουλεύσεων, οι οποίες έγιναν. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι επικράτησαν εν τέλει τα διπλωματικά μέσα. Βεβαίως, όπως σωστά παρατηρείτε, υπήρξε πρωτοβουλία συγκεκριμένων κρατών και όχι διεθνών οργανισμών, που με βάση την κλασική αρχιτεκτονική ασφαλείας του μεταπολεμικού κόσμου, συνήθως είχαν την πρωτοβουλία.
Από την άλλη πλευρά, εκείνο, το οποίο σήμερα έχει αποτέλεσμα, είναι η ωφελιμότητα του πράγματος. Και το ωφέλιμο είναι ότι αυτή τη στιγμή έχουμε την κατάπαυση του πυρός. Η αλήθεια είναι ότι διαμορφώνονται νέες συνθήκες στον κόσμο. Οι συνθήκες αυτές συνδέονται με το γεγονός ότι οι πολλαπλές κρίσεις και ένοπλες συρράξεις που υπάρχουν σήμερα στον κόσμο - περισσότερες από ποτέ - δημιουργούν πάντοτε και εστίες μεσολάβησης από τους ισχυρούς.
Εμείς, από τη δική μας πλευρά, μεριμνούμε, έτσι ώστε η Ελλάδα να διατηρεί ένα ισχυρό διπλωματικό και διεθνές αποτύπωμα, να είναι ένας πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή και στον κόσμο, να έχει μεγάλες στρατηγικές συμμαχίες με όλους τους διεθνείς δρώντες, έτσι ώστε να μην απαιτείται η οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση για την επίλυση των θεμάτων μας.
Είναι σημαντικό πάντως να πούμε ότι η Ελλάδα έχει φροντίσει με την εξωτερική της πολιτική, ώστε να μην έχει ανοιχτά μέτωπα.
Από την άλλη, ειδικά για το ζήτημα της Μέσης Ανατολής, θα ήθελα να επισημάνω ότι η Ελλάδα έχει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και νομίζω ότι ήταν πολύ λογική και η πρόσκληση που έλαβε. Ήταν λίγοι οι παγκόσμιοι ηγέτες, οι οποίοι βρέθηκαν στο Sharm El-Sheikh. Και είναι σημαντικό ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός, όπως και ο Κύπριος Πρόεδρος, βρέθηκαν εκεί, ήταν παρόντες σε αυτή την ιστορική στιγμή. Η Ελλάδα, πρώτον, έχει τη στρατηγική της προσέγγισης με όλα τα μέρη της ευρύτερης περιοχής. Δηλαδή, είναι στρατηγικός εταίρος του Ισραήλ, αλλά έχει και άριστες σχέσεις με όλα τα αραβικά κράτη και την Παλαιστινιακή Αρχή. Άρα, αποτελεί έναν έντιμο συνομιλητή όλων των μερών. Και θέλω να επισημάνω ότι σήμερα, σε λίγη ώρα, θα υποδεχθώ εδώ, στο Υπουργείο Εξωτερικών, την Παλαιστίνια Υπουργό Εξωτερικών, λίγες ώρες μετά από την υπογραφή της συμφωνίας και αυτό καταλαβαίνετε ότι έχει ιδιαίτερη σημασία.
Το δεύτερο που θέλω να επισημάνω είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί γεωγραφικά έναν εγγύτατο παίκτη στη Μέση Ανατολή. Τα ενδιαφέροντά μας είναι πάρα πολύ κρίσιμα και σημαντικά για την ευρύτερη σταθερότητα της περιοχής. Και το τρίτο, βεβαίως, είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί ένα πάρα πολύ ουσιαστικό μέρος των διεθνών οργανισμών. Πέρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σήμερα έχουμε την τιμή να υπηρετούμε ως εκλεγμένο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αυτό μας δίνει πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Και αυτό νομίζω συνέβαλε στο να είναι παρούσα η Ελλάδα σε αυτό το εξαιρετικά σημαντικό forum. Τώρα, για την επόμενη μέρα, να σας πω ότι η Ελλάδα θα είναι παρούσα. Θα είναι παρούσα τόσο στο κεφάλαιο το ανθρωπιστικό, δηλαδή στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, στη διαχείριση όλων των πόρων που αφορούν τα ανθρωπιστικά, καθώς επίσης, και στην ανοικοδόμηση, δηλαδή στην επόμενη μέρα της Γάζας. Ιδιαιτέρως επισημαίνω το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα, η οποία είναι αποδεκτή από όλη την περιφέρεια. Να θυμίσω ότι η χθεσινή οικοδέσποινα, η Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου, είναι μία χώρα με ιδιαίτερα φιλική σχέση με την Ελλάδα. Είναι στρατηγικός μας εταίρος και άρα μπορούμε να αντιληφθούμε όλοι ότι ο ρόλος της Ελλάδας θα είναι ενεργός και αναβαθμισμένος στην περιοχή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αν και ο ραδιοφωνικός χρόνος είναι περιορισμένος, θέλω να σας πάω στο άλλο μεγάλο μέτωπο. Μιλάμε για το ρωσο-ουκρανικό μέτωπο. Φαίνεται ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος τώρα στρέφει το ενδιαφέρον του προς τα εκεί. Την Παρασκευή θα υποδεχθεί στον Λευκό Οίκο και τον Volodymyr Zelenskyy. Πού πιστεύετε ότι πηγαίνουμε εκεί; Αν και εκεί, δηλαδή, βλέπετε φως στην άκρη του τούνελ και ποιος ο ρόλος της χώρας μας;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Όπως γνωρίζετε, η Ελλάδα έχει ταχθεί εξ αρχής υπέρ της Ουκρανίας απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα. Θα μου επιτρέψετε να πω ότι ήταν μια επιλογή ευθύνης για τη χώρα μας. Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό μια χώρα, όπως η Ελλάδα, η οποία ανέκαθεν τάσσεται με την καθολική εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και κατά οποιασδήποτε μορφής αναθεωρητισμού, να συντάσσεται με τον αμυνόμενο και όχι με τον επιτιθέμενο. Έτσι ώστε να διατηρεί το πολιτικό και ηθικό της συμφέρον, έννομο συμφέρον, να μπορεί να προβάλλει τα θέματα του Διεθνούς Δικαίου, οψέποτε η ίδια γίνεται αντικείμενο επίθεσης. Άρα, για εμάς ήταν εξαιρετικά σημαντικό και σε επίπεδο αρχής, αλλά και σε επίπεδο πολιτικής.
Από εκεί και πέρα, η πραγματικότητα είναι ότι μετά την υπογραφή της χθεσινής συμφωνίας, νομίζω η διεθνής πολιτική σκηνή θα στρέψει τα βλέμματά της προς την Ουκρανία. Είναι ένας εξαιρετικά μακρύς και αιματηρός πόλεμος. Αποδεικνύεται δε, ότι είναι ένας εξαιρετικά ανθεκτικός πόλεμος. Αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται ότι υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες οι οποίες θα οδηγήσουν σε άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών. Και τούτο, διότι, προφανώς υπάρχουν ζητούμενα, τα οποία θα πρέπει να διαφυλαχθούν, όπως είναι η εδαφική ακεραιότητα, η κυριαρχία της Ουκρανίας. Παρά ταύτα, διατηρούμε μια μικρή αισιοδοξία ότι θα μπορέσουν να προχωρήσουν τα πράγματα. Νομίζω έχει υπάρξει πλέον μία γενική κατανόηση ότι οι πόλεμοι δεν είναι η λύση. Μόνο η διπλωματία μπορεί να είναι η λύση. Ειδικά για το ζήτημα της Ουκρανίας, η Ελλάδα επίσης θα είναι παρούσα, όχι με στρατιωτικά μέσα. Θα είναι όμως παρούσα σε ό,τι αφορά την κατάσταση την ανθρωπιστική και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας. Και βεβαίως, όπου απαιτηθεί, διπλωματικά ή πολιτικά, εμείς θα σταθούμε στο πλευρό της Ουκρανίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Βρεθήκατε και στη Βαλτική, βρεθήκατε και στη Φινλανδία την προηγούμενη εβδομάδα. Προφανώς είναι χώρες που γειτονεύουν με τη Ρωσία και προφανώς επίσης το τελευταίο χρονικό διάστημα η απειλή της εδαφικής, μέσω drones, και όχι μόνο της εδαφικής ακεραιότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι στο τραπέζι. Εγώ θέλω πρώτα απ’ όλα να μου δώσετε μία ερμηνεία γιατί, εφόσον μας ζητηθεί και είναι στο πλαίσιο μιας κοινής προσπάθειας, η Ελλάδα δεν θα εμπλακεί ή δεν θα δώσει και στρατιωτικό υλικό, ό,τι σημαίνει αυτό, εφόσον χρειαστεί, σε χώρες που συμμαχεί, με δεδομένο ότι τους ζητάει και τη δική του συνδρομή, για παράδειγμα στην ασπίδα των drones στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και ένα δεύτερο, και σημαντικό έχω την εντύπωση, ποια είναι η θέση μας και πως μπορεί, αν μπορεί, να προχωρήσει νομικά - μπαίνει και η G7 στην ιστορία - στην αξιοποίηση των assets που έχουν κατασχεθεί από τη Ρωσία, προκειμένου εκ των πραγμάτων να μπορεί να χρηματοδοτηθεί η αντίδραση της Ουκρανίας.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι σημαντικά τα ερωτήματα που θέτετε και είναι και εξαιρετικά σύνθετα. Να εκκινήσω από τη δική μας συμμετοχή. Προς ώρας δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα στρατιωτικής συμμετοχής της Ελλάδας. Είναι εξαιρετικά πρώιμο. Δεν βρισκόμαστε καν στην φάση του ειρηνευτικού σχεδίου, πολλώ δε μάλλον στις εγγυήσεις ασφαλείας, οι οποίες θα τεθούν στην Ουκρανία. Οπότε αισθάνομαι ότι είναι αρκετά πρώιμη οποιαδήποτε τέτοια συζήτηση.
Τώρα, από την άλλη πλευρά, το ζήτημα, το οποίο τίθεται σε σχέση με τα εισοδήματα, τα οποία λαμβάνονται από παγωμένα έσοδα της Ρωσίας, είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα. Το έχουμε επανειλημμένως συζητήσει σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να καταλάβει ο κόσμος, είναι στην πραγματικότητα τα κατασχεμένα έσοδα της Ρωσίας σε διάφορες χώρες του κόσμου. Αυτά τα έσοδα παράγουν ορισμένα επιπλέον εισοδήματα, όπως είναι παραδείγματος χάριν οι τόκοι ή τα εισοδήματα από αξιοποίησή τους. Αυτά τα επιπλέον έσοδα, λοιπόν, τίθεται ζήτημα εάν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση και την ανθεκτικότητα της Ουκρανίας. Υπάρχουν σημαντικά νομικά ζητήματα, τα οποία θα πρέπει να επιλυθούν. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα επαρκές νομικό πλαίσιο. Από την άλλη πλευρά, νομίζω υπάρχει εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μία κοινή κατανόηση ότι θα πρέπει να εξευρεθούν οι πόροι αυτοί.
Να επισημάνω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει μία σειρά από υβριδικές επιθέσεις σε ευρωπαϊκές χώρες. Δεν είναι μόνον η Εσθονία. Είδαμε στο πρόσφατο παρελθόν τις περιπτώσεις της Ρουμανίας, της Δανίας, είδαμε δολιοφθορές σε υποθαλάσσια καλώδια. Άρα αυτή τη στιγμή η ανθεκτικότητα είναι ζητούμενο. Και θέλω ιδιαιτέρως να τονίσω το γεγονός ότι όλη αυτή η σημερινή διεθνής αποτύπωση ενισχύει ιδιαιτέρως το αφήγημα και τη στρατηγική της Ευρώπης για μία στρατηγική αμυντική αυτονομία. Είναι εξαιρετικά σημαντικό και κρίσιμο, σε τέτοιους δύσκολους καιρούς, η Ευρώπη να έχει τη δυνατότητα να αμύνεται αυτοτελώς. Και για αυτό το λόγο η πρωτοβουλία, την οποία είχε αναλάβει ο Έλληνας Πρωθυπουργός με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, στο να υπάρξει ένας ενιαίος ευρωπαϊκός αμυντικός σχεδιασμός, προχωρεί και είναι εξαιρετικά κρίσιμη η υλοποίησή του. Ενδεχομένως δε, έχει φτάσει η στιγμή να σκεφθούμε και νέους τρόπους χρηματοδότησης του, όπως είναι ενδεχομένως ο κοινός δανεισμός για την ευρωπαϊκή άμυνα. Η Ελλάδα, η οποία βρίσκεται στα γεωγραφικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι προφανές ότι θα ωφεληθεί ιδιαιτέρως από το να υπάρξει μία κοινή ευρωπαϊκή άμυνα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, κύριε Γεραπετρίτη, θα θέλαμε να κλείσουμε αυτή τη συζήτηση με το κομμάτι που έχει να κάνει με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η χώρα μας, και το έχετε πει και εσείς, το έχει πει και ο Πρωθυπουργός, θέλει να μείνει ο δίαυλος επικοινωνίας ανοιχτός. Ωστόσο, πόσο επηρεάζει η ακύρωση του πρόσφατου ραντεβού του Tayyip Erdogan με τον Έλληνα Πρωθυπουργό;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η δική μας στρατηγική είναι πολύ σαφής. Επιδιώκουμε να έχουμε μια σχέση λειτουργική με την Τουρκία, μία σχέση καλής γειτονίας. Δεν είναι εποχή για να παράγονται κρίσεις. Από την άλλη όμως πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν πρόκειται να αποστούμε από τις θεμελιώδεις μας θέσεις και κυρίως δεν πρόκειται να αποστούμε από πρωτοβουλίες, οι οποίες ενισχύουν τη διαπραγματευτική θέση της χώρας μας. Και αυτό νομίζω έχει αποδειχθεί περίτρανα την τελευταία διετία με πολλές ενέργειες, πρωτοβουλίες, οι οποίες αναλήφθηκαν στο πεδίο και οι οποίες έχουν ουσιαστικά διαμορφώσει ένα πολύ ενισχυμένο πλαίσιο διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα. Η ακύρωση της συνάντησης μεταξύ των δύο ηγετών δεν αισθάνομαι ότι ασκεί επιρροή στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Η ακύρωση οφειλόταν σε έναν γνήσιο λόγο που προέκυψε οψιγενώς, δηλαδή την διάσκεψη που κάλεσε με τις μουσουλμανικές και αραβικές χώρες ο Πρόεδρος Trump. Ο Πρόεδρος Erdogan ακύρωσε και άλλες συναντήσεις, μεταξύ των οποίων και με την Ιταλίδα Πρωθυπουργό, την κα Meloni.
Νομίζω ότι εκείνο, το οποίο έχουμε κατακτήσει, είναι η συγκυρία να μην επιδρά αρνητικά στο πλαίσιο του διαλόγου με την Τουρκία. Η ιδιαίτερη πρόσθετη αξία σήμερα για τον διάλογο Ελλάδος-Τουρκίας είναι ότι είναι δομημένος. Ότι δηλαδή έχει χτιστεί σε μία πολύ συγκεκριμένη μεθοδολογία, ότι ακολουθεί διαδικαστικούς κανόνες, ότι έχει συγκεκριμένους πυλώνες. Συνεχίζονται λοιπόν οι εργασίες τόσο στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, όσο και στον Πολιτικό Διάλογο και στη Θετική Ατζέντα. Θα έρθει η ώρα που θα βρεθούν οι δύο ηγέτες. Η επιδίωξή μας είναι η σχέση μας με την Τουρκία να παραμείνει εποικοδομητική, να μην έχουμε κρίσεις στην περιοχή μας και ταυτόχρονα η Ελλάδα να επαυξάνει το διεθνές της αποτύπωμα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και τέλος, κύριε Γεραπετρίτη, θα θέλαμε να μας πείτε εν συντομία πού βρισκόμαστε σήμερα σε ό,τι αφορά ένα θέμα που συνδέεται με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και έχει να κάνει με την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου. Πού βρισκόμαστε στο θέμα του καλωδίου και για ποιο λόγο έχει ανέβει τόσο πολύ η ιστορία της βιωσιμότητας του έργου, αν αυτό έχει εθνική σημασία ή όχι. Δηλαδή, από τη στιγμή που ένα έργο είναι εθνικά συμφέρον, εικάζω ότι μπορεί με τον έναν τον άλλο τρόπο να γίνει και βιώσιμο. Και επίσης να απαντήσετε και σε κάποιο σχολιασμό, όπου έχει έρθει και από την αντιπολίτευση για τη στάση της Ελλάδας απέναντι στη συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα SAFE. Αν η άρση του casus belli αρκεί από μόνη της προκειμένου να μπει η Τουρκία στο πρόγραμμα αυτό, αν και νομίζω διμερώς ούτως ή άλλως έχει συνάψει συμφωνίες αντίστοιχες η γειτονική χώρα.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να σας απαντήσω και στα δύο εν τάχει. Σε ό,τι αφορά την ηλεκτρική διασύνδεση, η Ελλάδα έχει ταχθεί εξ αρχής υπέρ της υλοποίησης του έργου, με πολύ σαφείς τοποθετήσεις τόσο του Πρωθυπουργού, όσο και δικές μου. Είμαστε πολύ συνεπείς σε αυτό. Η πραγματικότητα είναι ότι έχουν τεθεί ζητήματα οικονομοτεχνικής βιωσιμότητας από την πλευρά της Κύπρου. Είναι κάτι, το οποίο θα πρέπει να διευκρινιστεί. Και τούτο διότι μπορεί βεβαίως τα εθνικά οφέλη, τα οποία παράγονται να είναι εξαιρετικά σημαντικά, αλλά και η τεχνικοοικονομική βιωσιμότητα είναι αναγκαία προϋπόθεση και σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Άρα δεν είναι ένας παράγων, τον οποίο μπορείς να τον αγνοήσεις. Άρα είναι σημαντικό, παρά την προφανή δέσμευση, την οποία έχουμε στο έργο, να υπάρξουν, να διασαφηνιστούν οι όποιες αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις εκφράζονται.
Σε ό,τι αφορά το κομμάτι του προγράμματος SAFE, να επισημάνω ότι πρόκειται για ένα υποσύνολο της κοινοτικής χρηματοδότησης που δίνεται για την ευρωπαϊκή άμυνα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αφορά τη συμμετοχή τρίτων χωρών στην ευρωπαϊκή άμυνα, όπως είναι η Τουρκία. Η Ελλάδα με εξαιρετικά επίμονη και συστηματική διπλωματία έχει καταφέρει να περνάει μέσα από τη δική μας στάση το ζήτημα της συμμετοχής τρίτων χωρών, δεν προβλεπόταν εξαρχής. Εμείς το καταφέραμε να έχουμε πλέον ένα δικαίωμα αντίρρησης απέναντι σε οποιαδήποτε συμμετοχή τρίτου κράτους. Η δική μας θέση είναι πάρα πολύ διαυγής. Ενόσω υφίσταται τυπικά η απειλή πολέμου, ενόσω δηλαδή υπάρχει ένα ψήφισμα του τουρκικού κοινοβουλίου για απειλή πολέμου για άσκηση ενός νόμιμου κατά το Διεθνές Δίκαιο δικαιώματος της Ελλάδος να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία συζήτηση. Άρα είναι προφανές ότι είναι αναγκαία η άρση του casus belli για να προχωρήσει οποιαδήποτε συζήτηση.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είναι και ικανή συνθήκη;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Προφανώς το αν θα είναι ικανή η συνθήκη αυτή θα το δούμε σε μεταγενέστερο στάδιο, γιατί υπάρχουν ακόμα πολλές εκκρεμότητες. Να θυμίσω ότι με βάση τον SAFE πέρα από τη διμερή συμφωνία που θα πρέπει να υπάρξει μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, στην οποία κάθε κράτος μέλος διαθέτει δικαίωμα αρνησικυρίας, υπάρχει και η γενική ρήτρα ότι θα πρέπει να μην βάλλονται τα εθνικά συμφέροντα κάθε κράτους μέλους. Άρα από εκεί ξεκινάει η συζήτηση, αλλά βεβαίως δεν τελειώνει.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Γεραπετρίτη, κύριε Υπουργέ, να σας ευχαριστήσουμε πολύ για τη συνομιλία.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ήταν μεγάλη μου τιμή και σας ευχαριστώ πολύ.
14 Οκτωβρίου, 2025